Η αύξηση του κατώτατου μισθού πραγματοποιείται στο πλαίσιο ενός οικονομικού πειράματος, το οποίο τροφοδοτεί την έντονη πολιτική διαμάχη για την παραμονή ή την αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το λεγόμενο «Brexit».Σημειώνεται ότι το 2015, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν ανακοίνωσε μια σειρά αυξήσεων στο μισθό που θα έχουν ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί κατά 13% έως το 2020. Ο υπουργός ελπίζει ότι η αλλαγή αυτή θα τονώσει την παραγωγικότητα και θα δώσει την ευκαιρία στους εργαζόμενους να αντλούν ικανοποίηση από τη δουλειά τους και να μην τη θεωρούν μόνο ως μέσο επιβίωσης.
Ωστόσο, οι επιχειρήσεις στους κλάδους φιλοξενίας, λιανεμπορίου και κοινωνικής πρόνοιας, όπου συνήθως οι μισθοί είναι χαμηλοί, έχουν πει ότι ίσως αναγκαστούν με αυτό τον τρόπο να μειώσουν το προσωπικό τους.
Στο πλαίσιο της πρώτης αύξησης, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε σήμερα στις 7,20 λίρες την ώρα από 6,70 λίρες προηγουμένως (ήτοι από 8,36 ευρώ σε 8,99 ευρώ την ώρα).
Η ανεξάρτητη βρετανική υπηρεσία, OBR η οποία είναι υπεύθυνη για τον προϋπολογισμό, εκτιμά ότι η αύξηση του μισθού θα έχει ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι θέσεις εργασίας κατά 60.000 και να αυξηθεί το κόστος των επιχειρήσεων.
Ο Όσμπορν από την πλευρά του δήλωσε πως με την αλλαγή αυτή οι ετήσιες αποδοχές των εργαζομένων οι οποίοι λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό θα αυξηθούν περισσότερο απ’ ότι για αντίστοιχες κατηγορίες απασχολουμένων οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.
analitis.gr